Saltar la navegación

Inicio

Actividad desplegable

ὁ ἀπαρέμφατος  
El infinitivo; selecciónalos

1. Οὐκ ἐθέλω

2. Καιρός ἐστιν οἴκαδε

3. Οὐ δυνατόν ἐστιν, ὦ πάτερ, ἐπὶ τὸ δένδρον

4. Ὁ δοῦλος οὐκ ἐθέλει τὰ πρόβατα 

5. Ἐγὼ καὶ ἡ θυγάτηρ ἐν νῷ ἔχομεν οἴκαδε

6. Καιρός ἐστι τὰς ἐλαίας  

7. Οὐ δυνατόν ἐστι καθ᾿ ἡμέραν ὑπὸ τῷ δένδρῳ

Habilitar JavaScript

Actividad desplegable

ἡ -η          ἡ -ρα          ἡ -ια

1. Ἡ κρήν οὐκ ἔστιν ἐν τοῖς ἀγροῖς

2. Ἡ ἀγορ καὶ ἡ οἰκί ἐν ταῖς Ἀθήναις εἰσίν

3. Ἡ ὑδρί ἐν τῷ ἀγρῷ ἐστιν

4. Ἡ κώμ οὐ μεγάλ ἀλλὰ μικρ ἐστιν

Habilitar JavaScript

Actividad desplegable

Ε. ἡ ὁδός             Α. τὴν ὁδόν               Γ. τῆς ὁδοῦ                Δ. τῇ ὁδῷ

1. πρὸς τὴν κώμην ἄγει

2. Τὰ πρόβατα  διαβαίνει

3. Πολλοὶ ἄνθρωποι ἐν  βαδίζουσιν

4. Τὸ παιδίον μετὰ τῶν ἡλίκων ἐν  παίζει

5.  ἡ πρὸς τὴν κώμην οὐκ ἐστι μακρά

Habilitar JavaScript

Actividad desplegable

προστακτική (imperativo)
χαῖρε!           χαίρετε!

1.  , ὦ Ξανθία

2.  καὶ σύ, ὦ δέσποτα

3. , ὦ Μυρρίνη καὶ Μέλιττα

4.  , ὦ φίλη

5.  , ὦ γεωργοί

6.  , ὦ καλαὶ γυναῖκες

7.  , ὦ ἀργὲ δοῦλε

8. , ὦ Μέλιττα καὶ Φίλιππε

Habilitar JavaScript

Rellenar huecos

ἐθέλω + ἀπαρέμφατος
( ἐθέλω + infinitivo)          ἐθέλω τρέχειν = quiero correr

πονῶ          γεμίζω          θεραπεύω          καθεύδω          συλλέγω          φέρω

No utilices los acentos en tus respuestas

1. Ὁ Φίλιππος ἐθέλει τὰ πρόβατα .

2. Ὁ Δικαιόπολις οὐκ ἐθέλει ἐν τοῖς ἀγροῖς , ἀλλὰ ἐν τῷ οἴκῳ .

3. Αἱ γυναῖκες τὰς ὑδρίας ἐν τῇ κρήνῃ ἐθέλουσιν.

4. Ὁ Ξανθίας οὐκ ἐθέλει τὸν μέγαν λίθον ἐκ τοῦ ἀγροῦ .

5. Οἱ γεωργοὶ τοὺς ὡραίους καρποὺς ἐν σάκκοις ἐθέλουσιν .

Habilitar JavaScript

Actividad desplegable

ἐγώ          ἡμεῖς          με          πρὸς ἐμέ

Ὁ Φίλιππος λέγει· «ὁ πατὴρ καλεῖ, ἀλλὰ μάλα κάμνω καὶ ὑπὸ τῷ δένδρῳ ἡσυχάζω. δι᾿ ὀλίγου δὲ ὁ πατὴρ πρὸς βαδίζει καὶ αὖθις καλεῖ , ἀλλὰ οὐκ ἀκούω. ὁ δὲ πατὴρ λέγει «συλλάμβανε, ὦ Φίλιππε.» οὖν τῷ αὐλίῳ ταχέως προσχωροῦμεν. λέγει γὰρ πρὸς · «καιρός ἐστιν τὰ πρόβατα ἀμέλγειν.»

Habilitar JavaScript

Rellenar huecos

ἀγανακτῶ      γεμίζω      ἐστίν      ἥκω      θεωρῶ      ὅτε      ποιῶ      ῥᾴδιον      ὕδωρ

No utilices los acentos en tus respuestas

1. Αἱ γυναῖκες τὰς ὑδρίας ἐν τῇ κρήνῃ . (llenan)

2. Ἄγγελος ἀπὸ τοῦ ἄστεως καὶ λέγει ὅτι οἱ Ἀθηναῖοι ἑορτὴν . (llega/ hacen)

3. Μεγάλη ἐστὶν ἡ ὑδρία, ὥστε οὐ ἐστι σπεύδειν. (fácil)

4. Χαλεπός ἐστιν ὁ δεσπότης, εἰ . (se enfada)

5. ὁ ἥλιος καταδύνει, ὁ Δικαιόπολις οὐκέτι πονεῖ. (cuando)

6. Πολλαὶ γυναῖκες πρὸς τῇ κρήνῃ. (están)

7. Αἱ γυναῖκες καὶ αἱ κόραι τοὺς χοροὺς ἐθέλουσιν. (contemplar)

8. Ἡ Μέλιττα τὸ ἐν τῇ ὑδρίᾳ οἴκαδε φέρει. (el agua)

Habilitar JavaScript

Actividad desplegable

διὰ τοῦτο          καθ᾿ ἡμέραν          μεστός          μόνον          ὅμως          ὥσπερ

1. ὁ δοῦλος τὰ πρόβατα ἀμέλγει. (todos los días)

2. Ὁ Φίλιππος,  ὁ Δικαιόπολις, πολὺν χρόνον ἐν τοῖς ἀγροῖς πονεῖ. (como)

3.  αἱ γυναῖκες καὶ τὰ παιδία μένουσιν ἐν τῇ κώμῃ. (sólo)

4. Οὐκ ἔστι μεγάλη ἡ ἀγορά, ἀλλ᾿  καλή ἐστιν. (sin embargo)

5. Ὁ Φίλιππος μάλα κάμνει καὶ  ὑπὸ τῷ δένδρῳ ἡσυχάζει. (por eso)

6. Ὁ ἀγρὸς  λίθων ἐστίν. (lleno)

Habilitar JavaScript

Actividad desplegable

ἀρσενικόν (masculino): ἑνικός / πληθυντικός           μέγας / μεγάλοι          μέγαν / μεγάλους
θηλυκόν (femenino): ἑνικός / πληθυντικός          μεγάλη / μεγάλαι          μεγάλην / μεγάλας

1. Ἡ κρήνη ἡ ἐν τῇ κώμῃ οὐκ ἔστι  , ἀλλὰ μικρά

2. Οἱ ἄγροικοι τὸν  ἀγρὸν διατρέχουσιν

3.  εἰσὶν αἱ ὑδρίαι, ὥστε οὐ δυνατόν ἐστι σπεύδειν

4. Αἱ γυναῖκες τὰς  ὑδρίας γεμίζουσιν

5. Ὁ ἀγρὸς τοῦ αὐτουργοῦ οὐ  μέν ἱκανὸς δέ ἐστιν

6. Ὁ Δικαιόπολις πρὸς τὴν  οἰκίαν βλέπει

7. Οἱ  σάκκοι ὡραίους καρποὺς ἔχουσιν

8. Ὁ δοῦλος τοὺς  λίθους ἐκ τῶν ἀγρῶν φέρει

Habilitar JavaScript

Actividad desplegable

κλίσις - ἀρσενικά
ὁ δεσπότης     τὸν δέσποτην     τοῦ δεσπότου     τῷ δεσπότῃ     ὦ δέσποτα!

1. Ἡ γυνὴ τὸ δεῖπνον  παρασκεύαζει

2. Ὁ Ξανθίας προσχωρεῖ καὶ λέγει «χαῖρε, ὦ

3. Ὁ Ξανθίας καὶ  τὰς ἐλαίας πιέζουσιν

4. Καλόν ἐστι τὸ ἔλαιον

5. Ὁ δοῦλος τὸν οἶκον καὶ  οὐ φιλεῖ

Habilitar JavaScript

Actividad desplegable

ἡ γυνή / αἱ γυναῖκες          τὴν γυναίκα / τὰς γυναῖκας          τῆς γυναικός / τῶν γυναικῶν          τῇ γυναικί / ταῖς γυναιξί          ὦ γύναι! / ὦ γυναῖκες!

1. ἐν νῷ ἔχουσι τοὺς χοροὺς θεωρεῖν

2.  τὸν ἄνδρα καλεῖ καὶ λέγει «ἔπαιρε σεαυτόν.»

3. Ἡ Μέλιττα πρὸς  τὰς πρὸς τῇ κρήνῃ βλέπει

4. Οἱ γεωργοὶ μετὰ  πρὸς τὴν ἀγορὰν βαδίζουσιν

5. Ὦ , παρασκεύαζε τὸ δεῖπνον

Habilitar JavaScript

Obra publicada con Licencia Creative Commons Reconocimiento No comercial 3.0